European Commission logo
Είσοδος Δημιούργησε λογαριασμό
Μπορείτε να επιλέξετε πολλαπλές λέξεις χωρισμένες με κόμμα

EPALE - Electronic Platform for Adult Learning in Europe

Blog

Εκμάθηση γλωσσών: μια βασική δεξιότητα για το παρόν και το μέλλον

Η γνώση γλωσσών δεν είναι μόνο σημαντική όσον αφορά στις αποδόσεις της αγοράς εργασίας, αλλά αποτελεί κινητήρια δύναμη της κοινωνικής συνοχής

Loris Vergolini

Σήμερα, είναι λογικό να λέμε ότι η γνώση μίας ή περισσότερων ξένων γλωσσών είναι απαραίτητη για ενεργό συμμετοχή στις κοινωνίες μας. Στην πραγματικότητα, όσον αφορά στις αποδόσεις της αγοράς εργασίας και την κοινωνική συνοχή, η γνώση μίας ή περισσότερων ξένων γλωσσών είναι σημαντική τόσο σε ατομικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Το θέμα είναι να κατανοήσουμε γιατί αυτή η γνώση είναι σημαντική και πώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να εργαστούν για να την αυξήσουν.

Η γνώση ξένων γλωσσών ζητείται και επιβραβεύεται ευρέως στην αγορά εργασίας της ΕΕ (Araújo et alii 2015) και θεωρείται από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως μια από τις βασικές δεξιότητες για τη διά βίου μάθηση στο ίδιο επίπεδο με τις αριθμητικές και επιστημονικές δεξιότητες. Σε μια πρόσφατη εργασία, οι Marconi και Vergolini (2022) χρησιμοποίησαν ένα μεγάλο σύνολο δεδομένων κενών θέσεων εργασίας στο διαδίκτυο σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να δείξουν ότι η γνώση τουλάχιστον της αγγλικής γλώσσας, ως lingua franca, παρέχει μοναδικά πλεονεκτήματα για την πρόσβαση σε επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης. Γενικότερα, η γνώση ξένων γλωσσών μπορεί να θεωρηθεί πρωτίστως και κυρίως ως μια μορφή ανθρώπινου κεφαλαίου που αποτιμάται άμεσα στην αγορά εργασίας, καθώς είναι ένας τρόπος μείωσης του κόστους συναλλαγών (Isphording 2015).

Οι δεξιότητες ξένων γλωσσών παραμένουν σημαντικός παράγοντας διευκόλυνσης τόσο του εμπορίου όσο και της ανθρώπινης κινητικότητας. Παρόλο που οι άνθρωποι-μεταφραστές και οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να βοηθήσουν να ξεπεραστούν τα γλωσσικά εμπόδια, δεν μπορούν να κάνουν πολλά για την προφορική επικοινωνία. Ταυτόχρονα, η γνώση μίας ή περισσότερων ξένων γλωσσών μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους εργοδότες ως σήμα μη γνωστικών δεξιοτήτων όπως η προσαρμοστικότητα, η προθυμία επικοινωνίας και το άνοιγμα, που δεν είναι εύκολο να αξιολογηθούν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας πρόσληψης (Hahm and Gazzola 2022). Υπάρχουν κάποια εμπειρικά στοιχεία που υποδηλώνουν ότι όσοι μαθαίνουν μια ξένη γλώσσα τείνουν να είναι πιο δημιουργικοί και καλύτεροι στην επίλυση σύνθετων προβλημάτων (ΟΟΣΑ 2021).

Η γνώση ξένων γλωσσών μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως κανάλι για την καλύτερη κατανόηση άλλων πολιτισμών, οδηγώντας στην ανάπτυξη διαπολιτισμικών δεξιοτήτων που είναι ζωτικής σημασίας για την εκμάθηση άλλων κοσμοθεωριών και την ενεργό συμμετοχή σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο (ΟΟΣΑ 2021). Η εκμάθηση τουλάχιστον μίας ξένης γλώσσας είναι επίσης ένας τρόπος διεύρυνσης των πολιτιστικών οριζόντων κάποιου, που μπορεί να οδηγήσει στην αποδοχή της διαφορετικότητας στη χώρα του, καθώς και στην αμοιβαία κατανόηση και συνεργασία με τις γειτονικές χώρες. Με αυτή την έννοια, η επένδυση στην εκμάθηση ξένων γλωσσών μπορεί να έχει θετικές εξωτερικές επιδράσεις και να γίνει ένας πιθανός δίαυλος για τη διατήρηση ή την αύξηση της κοινωνικής συνοχής.

Language skills

Τρόπος βελτίωσης των γλωσσικών δεξιοτήτων

Μετά που τονίστηκε η σημασία της εκμάθησης ξένων γλωσσών, το επόμενο βήμα είναι να κατανοήσουμε εάν και πώς μπορούν να βελτιωθούν οι γλωσσικές δεξιότητες μέσω συγκεκριμένων παρεμβάσεων. Με βάση την επιστημονική βιβλιογραφία, ο στόχος είναι να δοθούν πρακτικές προτάσεις στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και στους επαγγελματίες. Πιθανόν η πιο αποτελεσματική επιλογή θα ήταν η άμεση δράση κατά τη διάρκεια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να γίνει μέσω προγραμμάτων που έχουν ήδη αποδειχθεί αποτελεσματικά, όπως τα προγράμματα σπουδών στο εξωτερικό (De Poli et al. 2018) ή με προσφυγή σε συγκεκριμένες διδακτικές πρακτικές, συμπεριλαμβανομένης της Ολοκληρωμένης Μάθησης Περιεχομένου και Γλώσσας – γνωστής και ως CLIL – (Nikula 2016). 

Όσον αφορά στα προγράμματα σπουδών στο εξωτερικό, η λογική είναι απλή. Το να σπουδάσει κανείς σε μια ξένη χώρα, έστω και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, είναι ένας τρόπος βελτίωσης των γλωσσικών δεξιοτήτων που ευνοεί την άμεση εφαρμογή όσων έχουν διδαχθεί στην τάξη. Επιπλέον, είναι μια εμπειρία που έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας βελτιώνοντας τις μη γνωστικές δεξιότητες. Η έρευνα σε αυτό το θέμα δεν έχει εντοπίσει ιδιαίτερα μειονεκτήματα, εκτός από το ενδεχόμενο κοινωνικών ανισοτήτων, καθώς η συμμετοχή σε αυτά τα προγράμματα δεν είναι δωρεάν και οι μαθητές πρέπει να βασίζονται στους πόρους της οικογένειάς τους για να τα παρακολουθήσουν. 

Η CLIL αναφέρεται στη χρήση μιας ξένης γλώσσας για τη διδασκαλία ενός μη γλωσσικού σχολικού μαθήματος, ενώ απαιτεί τη μετάβαση από μια πιο παραδοσιακή προσέγγιση με επίκεντρο τον εκπαιδευτικό, σε μια πιο καινοτόμο προσέγγιση με επίκεντρο τον εκπαιδευόμενο, προκειμένου να είναι αποτελεσματική. Το κύριο μειονέκτημα αυτής της διδακτικής πρακτικής είναι ότι η χρήση μιας ξένης γλώσσας για τη διδασκαλία άλλων μαθημάτων θα μπορούσε να είναι επιζήμια, καθώς οι μαθητές μπορεί να μην προοδεύσουν σε αυτά τα μαθήματα λόγω γλωσσικών εμποδίων. Επιπλέον, η CLIL μπορεί επίσης να πάσχει από κοινωνικές ανισότητες, καθώς φαίνεται να λειτουργεί καλύτερα για τους εκπαιδευόμενους από υψηλότερα κοινωνικοοικονομικά υπόβαθρα, οι οποίοι είναι εκείνοι που συνήθως έχουν περισσότερα κίνητρα και γνωρίζουν καλύτερα τις ξένες γλώσσες (Virdia 2022). 

Το σκεπτικό για την έναρξη της εκμάθησης γλωσσών όσο το δυνατόν νωρίτερα βασίζεται στην ιδέα ότι οι άνθρωποι είναι πλέον κατάλληλοι για μάθηση όταν είναι νέοι και στο γεγονός ότι το απόθεμα των αγγλικών δεξιοτήτων φαίνεται να επηρεάζεται έντονα από αυτό που μαθαίνεται στο σχολείο, ενώ η επένδυση στις δεξιότητες ξένων γλωσσών μετά την αποφοίτηση φαίνεται να διαδραματίζει μικρό ρόλο (Hahm and Gazzola 2022). Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι η ειδική κατάρτιση για ενήλικες είναι μια άχρηστη δραστηριότητα ή σπατάλη χρημάτων, αλλά απλώς ότι θα ήταν πιο αποτελεσματική η παρέμβαση σε νεαρή ηλικία. Μια σειρά προγραμμάτων που παρέχονται κατά τη διάρκεια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης μπορεί επίσης να είναι αποτελεσματική στη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, εάν απευθύνονται σε εκπαιδευόμενους από μειονεκτούντα κοινωνικοοικονομικά περιβάλλοντα. 

Το ζήτημα της εκμάθησης γλωσσών  από τους ενήλικες έχει καταστεί κεντρικό στο πλαίσιο της διά βίου μάθησης λόγω των ισχυρών δεσμών του με την επιτυχία στην αγορά εργασίας. Η βελτίωση των γλωσσικών δεξιοτήτων των ενηλίκων είναι αναμφίβολα μια πρόκληση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τους εκπαιδευτικούς, είτε μέσω του σχεδιασμού ad hoc προγραμμάτων σπουδών είτε μέσω καινοτόμων εργαλείων που χρησιμοποιούν την τεχνολογία των ΤΠΕ και τις δυνατότητες του Web 2.0. Τα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης, για παράδειγμα, χαρακτηρίζονται από κάποια ετερογένεια, τόσο όσον αφορά στην ηλικία όσο και στις προηγούμενες ικανότητες και αυτό το μαθησιακό πλαίσιο μπορεί να δημιουργήσει δυσκολίες για τους (μεγαλύτερους) ενήλικες. Έχει παρατηρηθεί ότι οι ενήλικες εκπαιδευόμενοι αντιμετωπίζουν γνωστικούς περιορισμούς (π.χ. μείωση της μνήμης και τάση για απολίθωση) και συναισθηματικούς περιορισμούς (π.χ. περισσότερο άγχος και λιγότερη απόλαυση και αυτοαντίληψη) (Bernal Castañeda 2017). Αυτό απαιτεί την αναδιατύπωση των παραδοσιακών προγραμμάτων σπουδών ή τον επανασχεδιασμό των μαθημάτων κατάρτισης

Language learningΤα εκπαιδευτικά προγράμματα και η ύλη τους θα μπορούσαν να καινοτομήσουν, για παράδειγμα, χρησιμοποιώντας τη διδασκαλία από ομότιμους ως εργαλείο για την αύξηση της συμμετοχής και της συνεργασίας των εκπαιδευομένων. Η διδασκαλία από ομότιμους, που αναπτύχθηκε από τον Eric Mazur, καθηγητή Φυσικής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, είναι μια μαθητοκεντρική προσέγγιση που ενθαρρύνει τη συνεργατική εργασία μεταξύ των εκπαιδευομένων που μπορεί να γίνει πριν ή κατά τη διάρκεια του μαθήματος στην τάξη. Οι δραστηριότητες που εκτελούνται αποτελούν στη συνέχεια αντικείμενο συζήτησης με άλλους εκπαιδευόμενους και τον εκπαιδευτικό. Η διδασκαλία από ομότιμους μπορεί να συνδυαστεί με επιτυχία με τεχνολογίες ΤΠΕ και εφαρμογές Web 2.0. Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη περιλαμβάνει τη χρήση της παραγωγής πολυμέσων με τη μορφή κειμένου, ήχου ή βίντεο, ενώ η δεύτερη περιλαμβάνει διαδικτυακά φόρουμ, ιστολόγια και κοινωνικά δίκτυα. Αυτά τα εργαλεία μπορούν να διευκολύνουν την επικοινωνία, την ανταλλαγή πληροφοριών, τον προβληματισμό και την ανατροφοδότηση τόσο από τους συνομήλικους όσο και από τους εκπαιδευτικούς (Mondahl και Razmerita 2014), στοιχεία που βρίσκονται στον πυρήνα της διδασκαλίας από συνομήλικους. Για παράδειγμα, η προ-ταξική συνεργατική εργασία μπορεί να γίνει χρησιμοποιώντας wikis ή προϊόντα πολυμέσων και στη συνέχεια να κοινοποιηθεί και σε άλλους συνομήλικους και εκπαιδευτικούς μέσω ad hoc διαδικτυακών φόρουμ ή πλατφορμών. 

Σχετικά με τον συγγραφέα

Ο Loris Vergolini είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και Συνεργαζόμενος Ερευνητής στο FBK-IRVAPP. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν την αντιπαραδειγματική αξιολόγηση των επιπτώσεων, με έμφαση στις πολιτικές που αποσκοπούν στη μείωση των ανισοτήτων στις εκπαιδευτικές ευκαιρίες, τη μελέτη των δεξιοτήτων που απαιτούνται από την αγορά εργασίας και την κοινωνική διαστρωμάτωση.

Παραπομπές

Bernal Castaneda, S. (2017). Lifelong learning and limiting factors in second language acquisition for adult students in post-obligatory education. Cogent Psychology, 4(1), 1404699.

De Poli, S., Vergolini, L., & Zanini, N. (2018). The impact of a study abroad programme on learning abilities and personality traits: evidence from a randomization. Applied Economics Letters25(8), 562-566.

De Sousa Lobo Borges De Araujo L, Dinis Mota Da Costa P, Flisi S, & Soto Calvo E. (2015) Languages and Employability. Luxembourg: Publications Office of the European Union.

Marconi, G., & Vergolini, L. (2022). The demand for language skills in the European labour market: Evidence from online job ads. FBK-IRVAPP Working Paper No. 2022-08.

Nikula, T. (2016). CLIL: A European Approach to Bilingual Education. In Second and Foreign Language Education. Encyclopedia of Language and Education edited by Nelleke Van Deusen-Scholl & Stephen May. Berlin: Springer.

OECD (2021). PISA 2025 Foreign Language Assessment Framework, PISA, OECD Publishing, Paris.

Hahm, S., & Gazzola, M. (2022). The Value of Foreign Language Skills in the German Labor Market. Labour Economics76, 102150.

Isphording, I. (2015). Language and Labor Market Success. In International Encyclopedia of the Social & Behavioral Sciences edited by James D. Wright, 260-265. Amsterdam: Elsevier.

Mondahl, M., & Razmerita, L. (2014). Social media, collaboration and social learning a casestudy of foreign language learning. Electronic Journal of E-learning12(4), pp339-352.

Virdia, S. (2022). The (heterogeneous) effect of CLIL on content-subject and cognitive acquisition in primary education: evidence from a counterfactual analysis in Italy. International Journal of Bilingual Education and Bilingualism25(5), 1877-1893.

Φωτογραφίες στην ανάρτηση

Opening photo by Jelleke Vanooteghem on Unsplash

Photo within the post by Gonard Fluit on Unsplash

Likeme (8)

Σχόλιο

Thank you for this blog. It provides an insightful view on the learning of various foreign languages as an indication that a person has more developed non-cognitive and intercultural skills, and that these skills are not easy to assess at the beginning of employment. This most probably could be further extended to a learner’s actual will to learn a foreign language and possessing (or not) such skills, thus making a challenge for educators to motivate and engage learners in language acquisition. As to the improvement of language skills the proposed options of study abroad programmes and CLIL can be certainly helpful, working as a trigger to overcome the barrier of communication, if it exists, however formal study of the language still plays vital role to eliminate or close the gaps of language knowledge. Learners of foreign languages traditionally expect educators to teach them the language, thus I found peer-instruction an interesting approach to teaching/learning the language that should be further explored and possibly applied.

Likeme (0)

El articulo es muy interesante. 

Una refleccion. Porque, partiendo de los movimientos migratorios importantes en nuestro continente, no se empieza a valorar las lenguas de los inmigrantes ? Seria mas facil para resforzar las competencias que nuestros ciudadanos tienen (y sus hijos e hijas).

Por ejemplo parece extrano de ensenar el Chino en Francia, cuando muchos ninos y ninas tienen bases del arabe. Seria mejor que se hiciese desde la escuela publica en vez de dejar ese aprendizaje a  estructuras religiosas.

Y alguien que puede utilizar varias lenguas tiene mas facilidades para aprender mas.....

David LOPEZ embajador EPALE Francia

Likeme (2)

@David LOPEZ, Thanks for the food for thought.

My post is based on recent data from online job advertisements, which looks at the actual labor market demand and underestimates the importance of immigrants' language of origin. Your suggestion could also be the starting point for further research on this topic, to better understand not only the process that leads to learning more languages but also how these skills can improve the labor market success of immigrants.

On this point, I have only some anecdotal evidence on the importance of mastering the language of one's own country of origin, particularly in public administration, which has to establish or maintain relations with foreign countries.

Loris Vergolini

Likeme (1)